Σε άρθρο του ο γνωστός Αμερικανός αναλυτής Michael Rubin, δίνει μία εφ' όλης της ύλης εξήγηση της συμπεριφοράς του Ερντογάν και τις πιθανότητες μίας ένοπλης σύρραξης ανάμεσα σε Αθήνα και Άγκυρα
Η ακραία ρητορική του Τούρκου προέδρου, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, έχει φέρει τις ελληνοτουρκικές σχέσεις σε ένα ιστορικό ναδίρ, με την πιθανότητα ενός θερμού επεισοδίου ή ακόμα και ένοπλης σύρραξης να μην μπορεί πια να αποκλειστεί.
Είτε για λόγους εσωτερικούς, είτε επειδή έχει ενοχληθεί με την διπλωματική και στρατιωτική ενίσχυση της Ελλάδας, είτε ακόμα επειδή πιστεύει ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία του δίνει την ευκαιρία να μιμηθεί τον Πούτιν, όσο η Δύση και το ΝΑΤΟ είναι απασχολημένες με την ρωσική εισβολή (δεν είναι καθόλου τυχαία η επιδέξια διπλωματία της Τουρκίας όσον αφορά την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και τα ερείσματα που έχει ο Ερντογάν στις δύο πλευρές), το ζήτημα είναι ότι για πρώτη φορά μετά από αρκετές δεκαετίες η λέξη «πόλεμος» ακούγεται από χείλη επίσημων αξιωματούχων.
Πώς θα μπορούσε όμως ένας πόλεμος να βοηθήσει τον Ερντογάν, ενόψει και των επερχόμενων εκλογών στην Τουρκία το 2023;
Την απάντηση μπορούμε να την δούμε στο άρθρο του γνωστού Αμερικανού αναλυτή Michael Rubin, ο οποίος στο έγκριτο περιοδικό The National Interest, δίνει μία εφ' όλης της ύλης εξήγηση της συμπεριφοράς του Ερντογάν πριν τις εκλογές του 2023, τις πιθανότητες μίας ένοπλης σύρραξης ανάμεσα σε Αθήνα και Άγκυρα και πώς ένας πόλεμος θα τον βοηθούσε να γαντζωθεί στην εξουσία τα επόμενα χρόνια.
H πιθανότητα της ήττας στις εκλογές του 2023
Σύμφωνα με τον Michael Rubin, «o Ερντογάν δεν είναι ανόητος» και καταλαβαίνει το βαθύ πρόβλημα στο οποίο βρίσκεται. Το στοίχημα με τα επιτόκια απέτυχε - η Τουρκία έχει σχεδόν χρεοκοπήσει. Ο πληθωρισμός πλησιάζει το 100% και το νόμισμα της Τουρκίας βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση. Οι Τούρκοι είναι δυσαρεστημένοι. Εν τω μεταξύ, οι εκλογές πλησιάζουν. Για χρόνια, αυτές οι εκλογές δεν είχαν σημασία. Οι ηγέτες της τουρκικής αντιπολίτευσης δεν είναι ιδιαίτερα χαρισματικοί, ενώ άλλοι βρίσκονται στη φυλακή. Ο Ερντογάν ήλεγχε τα μέσα ενημέρωσης και τους μηχανισμούς αρκετά ώστε να μπορεί να προωθήσει τα πράγματα με τον δικό του τρόπο χωρίς πολλές αντιρρήσεις, τουλάχιστον από το εσωτερικό της Τουρκίας.
Αυτό άλλαξε το 2019. Το αντιπολιτευόμενο Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα κέρδισε οριακά τις δημοτικές εκλογές στην Κωνσταντινούπολη και την Άγκυρα. Τα αποτελέσματα σόκαραν τον Ερντογάν, ο οποίος διέταξε επανάληψη των εκλογών στην Κωνσταντινούπολη. Τρεις μήνες αργότερα, ο υποψήφιος της αντιπολίτευσης Εκρέμ Ιμάμογλου αύξησε τη διαφορά νίκης του σε ποσοστό σχεδόν 10%, ένα αποτέλεσμα πολύ ισχυρό για να μπορέσει ακόμη και ο ίδιος ο Ερντογάν να αμφισβητήσει. Αυτό φαίνεται να ήταν και το σημείο χωρίς επιστροφή. Οι Τούρκοι πολίτες είχαν πια βαρεθεί να τους πιέζουν και να τους κακομεταχειρίζονται. Καθώς η Τουρκία πλησιάζει τόσο στα 100 χρόνια από την δημιουργία της, όσο και στις βουλευτικές και προεδρικές εκλογές, ο Ερντογάν ανησυχεί. Γνωρίζει ότι υπό κανονικές συνθήκες δεν μπορεί να κερδίσει.
Ο Ερντογάν δεν είναι δημοκράτης. Κάποτε περιέγραφε κυνικά την δημοκρατία σαν ένα τραμ: θα το οδηγούσε όσο πιο μακριά μπορούσε και μετά θα κατέβαινε. Ωστόσο, υπάρχουν όρια στη δύναμή του. Χρειάζεται μια δικαιολογία είτε για να αναβάλει τις εκλογές είτε για να αποσπάσει την προσοχή των Τούρκων χρησιμοποιώντας το χαρτί του εθνικισμού. Μια σύγκρουση με την Ελλάδα ελέγχει και τα δύο πεδία.
Ωστόσο, ο Ερντογάν δεν είναι ανόητος. Αφού ο Βλαντιμίρ Πούτιν έμεινε στάσιμος στην εισβολή του στην Ουκρανία, ο Ερντογάν καταλαβαίνει ότι πρέπει να ανασυστήσει την τουρκική πολεμική μηχανή. Εξάλλου, μετά το πραξικόπημα του 2016, ο Ερντογάν προέβη σε μαζικές εκκαθαρίσεις στον στρατό. Οι τουρκικές ειδικές δυνάμεις μπορεί να πολεμούν τους Αρμένιους στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ ή να επιτίθενται σε Κούρδους και Γεζίντι στη Συρία και το Ιράκ με μη επανδρωμένα αεροσκάφη και μαχητικά F-16, αλλά η μάχη εναντίον ενός σχεδόν ομότιμου μέλους του ΝΑΤΟ είναι εντελώς διαφορετικό ζήτημα, όπως επεξηγεί ο Αμερικανός αναλυτής. Ο στρατός της Ελλάδας μπορεί να είναι αριθμητικά μικρότερος από τον αντίστοιχο τουρκικό, αλλά το ηθικό είναι υψηλότερο και οι Έλληνες είναι ιδιαίτερα ενωμένοι.
Το παράδειγμα της Κίνας
Πώς μπορεί λοιπόν η Τουρκία να επισπεύσει την κρίση; Ο Ερντογάν πιθανότατα θα «δανειστεί» μια σελίδα από το εγχειρίδιο της Κίνας. Ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός έχει καταλάβει πολλούς βράχους και υφάλους στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας. Όχι μόνο τα έχει μετατρέψει σε στρατιωτικές βάσεις, αλλά έχει επίσης χρησιμοποιήσει την κατοχή τους για να ενισχύσει τις παράνομες αξιώσεις του Πεκίνου να επεκτείνει την αποκλειστική οικονομική του ζώνη στο 90% των υδάτων της Θάλασσας της Νότιας Κίνας. Η Κίνα ενήργησε τόσο προσεκτικά όσο και μελετημένα με τη λεγόμενη στρατηγική «της σαλαμοποίησης», παίρνοντας μικρά κομμάτια, αλλά ποτέ δεν «δάγκωσε» τόσα πολλά με τη μία, ώστε να προκαλέσει τους γείτονες της ή τις Ηνωμένες Πολιτείες σε σημείο πολέμου.
Ο Ερντογάν και ο υπουργός Άμυνας του, Χουλουσί Ακάρ, αμφισβητούν όλο και περισσότερο την ελληνική κυριαρχία επί των νησιών στο Αιγαίο, επιδιώκοντας στην πραγματικότητα να ξαναγράψουν και να ερμηνεύσουν κατά το δοκούν τη Συνθήκη της Λωζάνης του 1923 και τις μεταγενέστερες συμβάσεις και συμφωνίες. Είναι στο Αιγαίο που ο Ερντογάν πιθανότατα θα κάνει την κίνησή του, υποστηρίζοντας ότι τα νησιά είναι τουρκικά και δεν ανήκουν στην Ελλάδα.
Τα τουρκικά αεροσκάφη παρενόχλησαν στο παρελθόν τους κατοίκους του Καστελλόριζου, μόλις ενάμισι μίλι από τις τουρκικές ακτές, αλλά η προσπάθεια κατάληψης ενός νησιού με σχεδόν 500 Έλληνες κατοίκους θα επέφερε έναν πόλεμο που ο Ερντογάν ελπίζει να αποφύγει.
Οι υπερπτήσεις στο Ανατολικό Αιγαίο
Στην συνέχεια, ο Αμερικανός αναλυτής επικαλείται τον Κωνσταντίνο Φίλη, διευθυντή του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων, ο οποίος επεσήμανε ότι, τους τελευταίους μήνες, η Τουρκία έχει πραγματοποιήσει επανειλημμένα υπερπτήσεις πάνω από το Αγαθονήσι, το Φαρμακονήσι, την Κανδελιούσα και την Κίναρο. Οι Τούρκοι χρησιμοποιούν τόσο επανδρωμένα μαχητικά αεροσκάφη όσο και μη επανδρωμένα αεροσκάφη στις υπερπτήσεις τους, πραγματοποιώντας τις εξορμήσεις κυρίως τις βραδινές ώρες. Το Αγαθονήσι, το βορειότερο νησί των Δωδεκανήσων, βρίσκεται μόλις οκτώ μίλια από τις τουρκικές ακτές και φιλοξενεί λιγότερους από 200 Έλληνες. Η κοινότητα του Φαρμακονησίου, μόλις 14 μίλια νοτιότερα, είναι ακόμη μικρότερη. Πριν από μια δεκαετία, φιλοξενούσε μόλις δέκα κατοίκους.
Ενώ η Κανδελιούσα είναι ακατοίκητη, είναι στρατηγικής σημασίας και αποτελεί μέρος του δήμου Νισύρου, ο οποίος έχει περίπου 1.000 κατοίκους. Επειδή η Κανδελιούσα βρίσκεται δυτικότερα από πολλά άλλα ελληνικά νησιά, ένα τουρκικό φυλάκιο θα «προσπερνούσε» ουσιαστικά τα ελληνικά νησιά στα ανατολικά, σφίγγοντας τη θηλιά γύρω τους και δίνοντας τη δυνατότητα στην Τουρκία να τα αποκλείσει. Η Κίναρος, είναι ακόμη πιο δυτικά, το δεύτερο δυτικότερο νησί των Δωδεκανήσων μετά την Αστυπάλαια.
Ο Ερντογάν μπορεί να αποβιβάσει πεζοναύτες ή ειδικές δυνάμεις στο νησί και στη συνέχεια να προκαλέσει την Ελλάδα να τους απομακρύνει. Αυτή η διπλωματική κρίση θα μπορούσε να συσπειρώσει την εκλογική βάση του Ερντογάν και τους Τούρκους εθνικιστές. Ο Ερντογάν θα μπορούσε ταυτόχρονα να επιμείνει ότι οποιαδήποτε κριτική σε αυτόν ή στα πεπραγμένα του είναι προδοτική. Εάν η κρίση οδηγηθεί σε στρατιωτική αψιμαχία, ο Ερντογάν θα μπορούσε να κηρύξει κατάσταση έκτακτης ανάγκης και να ακυρώσει εντελώς τις εκλογές.
Η στάση ΗΠΑ και ΕΕ
Ο Ερντογάν μπορεί επίσης να υπολογίζει και στην αμερικανική και ευρωπαϊκή «ουδετερότητα», όπως αναφέρει ο Michael Rubin. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, για παράδειγμα, αναφέρει ο αναλυτής, έχει επιπλήξει και τις δύο πλευρές για τις υπερπτήσεις, παρόλο που η Τουρκία πετάει πάνω από ελληνικό έδαφος και όχι το αντίστροφο. Εάν η Τουρκία δημιουργήσει τετελεσμένα γεγονότα, ο Ερντογάν μπορεί να ελπίζει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Ευρώπη και τα Ηνωμένα Έθνη θα του επιτρέψουν να σύρει την Ελλάδα σε διαπραγματεύσεις, ενώ ο ίδιος θα αλλάζει τα δεδομένα επί του εδάφους. Εδώ, έρχεται στο μυαλό μας το πως έδρασε η Τουρκία στην Κύπρο το 1974.
Καταλήγοντας, ο Michael Rubin τονίζει ότι είναι απαραίτητο τόσο η Ουάσιγκτον όσο και οι Βρυξέλλες να κινηθούν προληπτικά απέναντι στον Ερντογάν: Οποιαδήποτε τουρκική κίνηση σε ελληνικά νησιά θα προκαλέσει στρατιωτική απάντηση, η οποία θα ταπεινώσει τον Ερντογάν και θα επισπεύσει την πτώση του, είτε γίνουν εκλογές είτε όχι.
Μπορεί ο Ερντογάν να θέλει να τον αγκαλιάσουν ως σουλτάνο και να τον θυμούνται ως μεγάλο ηγέτη σαν τον Ατατούρκ, αλλά πρέπει να καταλάβει σήμερα ότι αν ακολουθήσει αυτή την πορεία δράσης, η κληρονομιά του θα είναι όμοια με αυτή του δικτάτορα της Αργεντινής Λεοπόλδο Γκαλτιέρι, ο οποίος έπεσε από την εξουσία και φυλακίστηκε αφού απέτυχε να καταλάβει τις νήσους Φώκλαντ το 1982.
Και όπως σημείωσε μάλιστα και παραπάνω ο Αμερικανικός αναλυτής, ένα ενδεχόμενο στρατιωτικής σύρραξης ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία μπορεί να αποτελέσει και οδυνηρή έκπληξη για τον ίδιο τον Τούρκο πρόεδρο.
ΠΗΓΗ: thetoc.gr
0 Σχόλια