Του Νικολάου Αθ. Μπλάνη Αντιστράτηγου Αστυνομίας ε.α.
1. Υποστηρίχθηκε (με αφορμή την άρση απορρήτου ευρωβουλευτή), ότι δεν μπορεί να παρακολουθείται βουλευτής ή ευρωβουλευτής και κατά μείζονα λόγο αρχηγός κόμματος για λόγους «εθνικής ασφαλείας», γιατί το βουλευτικό απόρρητο του άρθρου 61 παρ. 3 Σ (που ορίζει ότι «ο βουλευτής δεν έχει υποχρέωση μαρτυρίας για πληροφορίες που έλαβε κατά την άσκηση των καθηκόντων του») ως ειδικότερη διάταξη θέτει, απευθείας εκ του Συντάγματος, πρόσθετα ειδικότερα όρια στις κάμψεις του απορρήτου των επικοινωνιών που προβλέπονται στο άρθρο 19 παρ.1 Σ. Η άποψη αυτή δηλ. δεν χαρακτήρισε παράνομη την επισύνδεση επειδή δεν ακολουθήθηκε η προβλεπόμενη διαδικασία (εδώ είχαμε 6 υπογραφές και έγκριση εισαγγελέα) ή επειδή δεν συνέτρεχαν οι ουσιαστικές προϋποθέσεις εθνικής ασφάλειας, αλλά ότι απαγορεύεται εξ ολοκλήρου η παρακολούθηση Βουλευτή για οποιονδήποτε λόγο.
2. Πρόκειται για απαράδεκτη διασταλτική ερμηνεία. Η καθολική εξαίρεση δεν είναι επιτρεπτή. Άλλο πράγμα είναι το να τεθούν αυξημένες εγγυήσεις. Γιατί το άρθρο 19 παρ.1 (που ορίζει ότι «νόμος ορίζει τις εγγυήσεις υπό τις οποίες η δικαστική αρχή δεν δεσμεύεται από το απόρρητο για λόγους εθνικής ασφάλειας») δεν εξουσιοδοτεί τον νόμο να εξαιρέσει υποκείμενα, αλλά μόνο να θέσει τις «εγγυήσεις», υπό τις οποίες η δικαστική αρχή δε δεσμεύεται από το απόρρητο. Κατ΄ ακολουθία ο εκτελεστικός νόμος 2225/1994 διαφοροποιεί μόνο τις εγγυήσεις για τους λόγους άρσης του απορρήτου και διακρίνει αυτές για λόγους εθνικής ασφάλειας (άρθρο 3) και για λόγους διακρίβωσης σοβαρών εγκλημάτων, που περιγράφονται ρητά και περιοριστικά (άρθρο 4), χωρίς να διαλαμβάνει καμία απολύτως εξαίρεση για οποιαδήποτε κατηγορία πολιτών. Διακρίνει δηλ. μόνο τους λόγους για τους οποίους ενεργείται η άρση του απορρήτου και όχι τα πρόσωπα σε βάρος των οποίων διατάσσεται αυτή. Άλλωστε μια τέτοια διάκριση θα ήταν αντίθετη στη θεμελιώδη συνταγματική αρχή της ισότητας (άρθρο 4) και στην ΕΣΔΑ (άρθρο 14). Εκτός αν ασπαζόμαστε την οργουελική αντίληψη, ότι κάποιοι είναι… «περισσότερο ίσοι». Η διαδικασία άρσης του απορρήτου περιγράφεται λεπτομερώς στις διατάξεις του ιδίου νόμου (άρθρο 5).
3. Εξάλλου η ουσιαστική παραδοχή, ότι εξ ορισμού ένας βουλευτής ή ευρωβουλευτής δεν μπορεί να λειτουργεί επί ζημία της εθνικής ασφάλειας και άρα δεν μπορεί να τεθεί ζήτημα ελέγχου και άρσης του απορρήτου, τυγχάνει μάλλον άτοπος, γιατί είναι προφανές, ότι αυτός μπορεί κατεξοχήν να έχει γνώση κρατικών μυστικών και όχι ο κάθε πολίτης, που δεν ασκεί καν δημόσια εξουσία. Το παράδειγμα των Βουλευτών της Θράκης το αναδεικνύει.
4. Ο δημόσιος και πολιτικός βίος ταλαιπωρείται διαρκώς από τις εγκληματικές δράσεις κάποιων υπουργών, βουλευτών και πολιτικών γενικά παραγόντων, οι οποίες μένουν ατιμώρητες εξαιτίας των συνταγματικών προβλέψεων για το ακαταδίωκτο. Η κατάσταση είναι απαράδεκτη και πολλές φορές έχει τεθεί το ζήτημα της αναθεώρησης, ώστε όλοι να λογοδοτούν στο φυσικό δικαστή και όχι σε έκτακτα ή ειδικά δικαστήρια (άρθρο 8 Σ.). Προς την κατεύθυνση αυτή θα πρέπει να κινείται ο πολιτικός και ερμηνευτικός του Συντάγματος λόγος όσων «απόστρατων» της πολιτικής παριστάνουν τώρα (κόντρα στα κυβερνητικά τους πεπραγμένα) τους υπερευαίσθητους και όχι προς την κατεύθυνση του πλήρους ανεύθυνου και ανέλεγκτου των εν λόγω πράξεων.
5. Αυτοί που έκαναν την «πατάτα» και πέτυχαν με την αναθεώρηση του Συντάγματος και τη σύσταση του Δικαστικού Συμβουλίου του Ειδικού Δικαστηρίου να «ακυρώνουν» (σε πρώτο και τελευταίο βαθμό) τις αποφάσεις της Ολομέλειας της Βουλής, του Εισαγγελέα και του Ανακριτή και να μην άγονται καν στο Ειδικό Δικαστήριο (το Συμβούλιο δηλ. υποκαθιστά το Δικαστήριο) τα εγκλήματα των υπουργών (βλ. βούλευμα 25/22 υπόθεσης Novartis, όπου το εν λόγω Συμβούλιο έκρινε την κατάχρηση εξουσίας απλώς ως «νομική άποψη» και «δικανική κρίση» (sic).
6. Είναι οι ίδιοι που, όταν ασκούσαν την εξουσία, δεν φρόντισαν να αποσαφηνίσουν και να ξεκαθαρίσουν το συνταγματικό (ισχύει από το 1975) και νομικό εν γένει πλαίσιο και τώρα αίφνης προβάλλουν την επιστημοσύνη τους (ξεχειλώνοντας με ερμηνευτικά άλματα το Σύνταγμα) για να υπηρετήσουν το «εγώ» και τις μικροπολιτικές τους σκοπιμότητες. Και ταυτόχρονα καμώνονται τους ανήξερους (ότι έπεσαν από τα σύννεφα), γιατί δήθεν η διαχρονική πρακτική των υποκλοπών…σταμάτησε επί της δικής τους θητείας. Οι στιγμές που ζούμε όμως δεν είναι κατάλληλες για τέτοια παιχνίδια, καθώς η χώρα έχει ανοικτά μέτωπα, που μπορεί να αποδειχθούν καθοριστικά για το μέλλον της και απαιτείται σοβαρότητα από όλους και ειδικότερα από όσους έχουν ασκήσει κυβερνητικά καθήκοντα!!!
0 Σχόλια