Σε εξίσωση για δυνατούς λύτες έχει μεταβληθεί πλέον η αγωνιώδης προσπάθεια ανανέωσης και ενίσχυσης του Στόλου, καθώς η επί σχεδόν δύο δεκαετίες παραμέληση της εθνικής ναυτικής ισχύος λόγω οικονομικής κρίσης και λανθασμένων επιλογών συνδυάζεται με την ενεργειακή – οικονομική κρίση ως επακόλουθο της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία.
Από τον Περικλή Ζορζοβίλη
Σύμφωνα με καλά ενημερωμένες πηγές, ήδη διαφαίνονται τα πρώτα σύννεφα στην αποδέσμευση από το υπουργείο Οικονομικών των πιστώσεων για την υλοποίηση εξοπλιστικών προγραμμάτων, που αυτονόητα επηρεάζουν και το πρόγραμμα προμήθειας των νέων κορβετών, καθώς τις προσεχείς ημέρες αναμένεται να ανακοινωθούν τα κυβερνητικά μέτρα για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης, τα οποία, εφόσον είναι αποκλειστικά εθνικά, θα αναλώσουν σημαντικές πιστώσεις.
Επιβαρυντικό παράγοντα αποτελεί η αδυναμία ασφαλούς πρόβλεψης της εξέλιξης και της έκτασης των επιπτώσεων της κρίσης. Όπως έχει διαπιστωθεί, κάθε μήνας του πολέμου μετατρέπει τα προγενέστερα δυσμενή σενάρια σε βασικά των νέων προβλέψεων για τις οικονομικές εξελίξεις.
Συνεπεία αυτής της υψηλής αβεβαιότητας κατάστασης, το πρόγραμμα προμήθειας των νέων κορβετών για το Πολεμικό Ναυτικό (Π.Ν.) φαίνεται ότι επιβραδύνεται και πιθανότατα, η πρωθυπουργική ανακοίνωση περί λήψης της τελικής απόφασης για την προμήθεια τεσσάρων κορβετών περί τα τέλη του καλοκαιριού μπορεί να μην αποτελεί πλέον τόσο ισχυρό ορόσημο. Πάντως, όλες οι πληροφορίες συντείνουν στο ότι, προς το παρόν, στις ενδιαφερόμενες χώρες/υποψήφιες προμηθεύτριες εταιρίες δεν έχει γίνει κάποια σχετική ανακοίνωση.
Στροφή στις ΜΕΚΟ
Ταυτόχρονα, καταγράφεται η επαναφορά στο προσκήνιο του -καταφανώς μικρότερου κόστους και άρα πιο εφικτού στην υλοποίηση- προγράμματος εκσυγχρονισμού των φρεγατών τύπου MEKO-200HN («ΥΔΡΑ»), και μάλιστα στην πλήρη μορφή του, σε ό,τι αφορά τον αριθμό των πλοίων.
Η -σύμφωνα με πληροφορίες- μέχρι πρόσφατα επικρατέστερη επιλογή, η «πατρότητα» της οποίας αποδίδεται στο Αρχηγείο Στόλου, να εκσυγχρονιστούν δύο μόνο φρεγάτες του τύπου, η τρίτη να μετατραπεί σε εκπαιδευτικό πλοίο και η τέταρτη σε πηγή ανταλλακτικών, ώστε μέσω «κανιβαλισμού» της να υποστηριχθούν οι υπόλοιπες σε υπηρεσία, φαίνεται ότι πλέον δεν προκρίνεται εν όψει της προαναφερθείσας οικονομικής αβεβαιότητας.
Οι κίνδυνοι
Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι ο εκσυγχρονισμός και των τεσσάρων φρεγατών του τύπου δεν αποτελεί επιλογή χωρίς κίνδυνο, καθώς υπάρχουν ανησυχίες για τυχόν ευρήματα που θα αποκαλύψουν οι εργασίες εκσυγχρονισμού, η θεραπεία των οποίων μπορεί να εκτροχιάσει τον προϋπολογισμό και τα χρονοδιαγράμματα του προγράμματος.
Όμως, η ανάληψη όποιου κινδύνου γίνεται αποδεκτή, καθώς είναι αφόρητα πιεστική η ανάγκη του Π.Ν. να παρατάξει επί του πεδίου -Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειος- όσο το δυνατόν μεγαλύτερο αριθμό μειζόνων μονάδων επιφανείας, ώστε να μπορεί να αντιμετωπιστεί άμεσα και αποφασιστικά οτιδήποτε προκύψει από την τουρκική επιθετικότητα.
Όπως δε αποδείχθηκε πριν από ελάχιστα 24ωρα, με το κρεσέντο υπερπτήσεων (σύμφωνα με τα στοιχεία του ΓΕΕΘΑ, έγιναν 41 την 27η Απριλίου, έναντι 38 που είχαν γίνει από την αρχή του 2022), η κρίση στην Ουκρανία και η συνεχώς κλιμακούμενη ένταση μεταξύ Δύσης και Ρωσίας φαίνεται ότι έχουν επίδραση επί της τουρκικής επιθετικότητας. Μάλιστα, θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι φαίνεται να αξιοποιείται από την Τουρκία για την επίτευξη των πάγιων επιδιώξεών της.
Η εξίσωση για την ανανέωση του Στόλου περιλαμβάνει και τους «συνήθεις υπόπτους», τις ελληνικές ιδιαιτερότητες. Όπως, για παράδειγμα, την παραδοξότητα μια χώρα με ισχυρότατη ναυτική παρουσία στις παγκόσμιες θάλασσες και παράδοση χιλιετιών να συνεχίζει να βρίσκεται σήμερα με την εγχώρια ναυπηγική της βιομηχανία σε μετέωρη κατάσταση και χωρίς βιομηχανικό και τεχνολογικό οικοσύστημα σχεδίασης, ανάπτυξης, παραγωγής και υποστήριξης ναυτικών συστημάτων στην εθνική, στην ευρωπαϊκή και τη διεθνή αγορά.
Ή την παταγώδη αποτυχία πλήρους αξιοποίησης των ευρωπαϊκών πιστώσεων για την ανάπτυξη υψηλών δυνατοτήτων Ακτοφυλακής «ανοιχτής θαλάσσης», η οποία θα μπορούσε να αποδειχθεί καθοριστική στην αντιμετώπιση του μείζονος προβλήματος ασφαλείας που αντιμετωπίζει η χώρα από την τουρκική απειλή.
Δυστυχώς, οι προηγούμενες δεκαετίες, όταν μπορούσαμε να δρούμε με σχετική πολυτέλεια χρόνου και οι συνθήκες σε ό,τι αφορά τη δευτερογενή αγορά αλλά και τα οικονομικά της χώρας ήταν πιο ευνοϊκές, παρήλθαν αναξιοποίητες και σήμερα οι συνθήκες ασφαλείας επιβάλλουν την ανασυγκρότηση της εθνικής ναυτικής ισχύος το ταχύτερο δυνατόν. Όμως, ατυχώς, τα πλοία και τα υποβρύχια δεν βρίσκονται στα ράφια ενός πολυκαταστήματος, ούτε εν αφθονία στις… «μάντρες», αλλά απαιτούν χρόνο για να σχεδιαστούν και να ναυπηγηθούν.
Το ερώτημα είναι αν και τι ζημιές θα υποστούμε ως χώρα σε αυτό το διάστημα.
Πώς θα μπορούσε να μην επιβαρυνθεί ο κρατικός Προϋπολογισμός;
Καθοριστικές για το χρονοδιάγραμμα υλοποίησης του προγράμματος των νέων κορβετών είναι δύο παράμετροι, προς το παρόν αδιευκρίνιστες. Η πρώτη αφορά το αν θα ληφθούν και ποια μέτρα για τη συνολική αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, κάτι που θα καθορίσει και το επίπεδο των εθνικών πόρων που θα διατεθούν.
Εφόσον τελικά αποφασιστεί η υιοθέτηση συνολικής λύσης με χρήση ευρωπαϊκών πόρων, το πρόσθετο βάρος του εθνικού Προϋπολογισμού μπορεί να εκμηδενιστεί ή να μειωθεί σημαντικά.
Η δεύτερη παράμετρος αφορά τη λήψη απόφασης για την εξαίρεση των αμυντικών δαπανών από τον υπολογισμό του εθνικού χρέους, που, εφόσον υιοθετηθεί, αφαιρεί επίσης σημαντική δημοσιονομική πίεση. Σε αυτή την περίπτωση δεν μπορεί να αγνοηθεί και η πιθανότητα η εξαίρεση να αφορά προγράμματα αποκλειστικά υλοποιούμενα από την ευρωπαϊκή βιομηχανία, οπότε δημιουργούνται σημαντικές συνέπειες σε διατλαντικό και εθνικό επίπεδο.
Όμως, εξίσου καθοριστική παράμετρος είναι ο χρόνος λήψης των προαναφερθεισών αποφάσεων, καθώς, με εξαίρεση την αντίδραση στα τεκταινόμενα στην Ουκρανία, η εμπειρία υποδεικνύει ότι η διαδικασία λήψης απόφασης σε ευρωπαϊκό επίπεδο κάθε άλλο παρά ταχεία μπορεί να χαρακτηριστεί.
Στη βάση αυτής της συλλογιστικής, η επιβράδυνση του προγράμματος προμήθειας των νέων κορβετών θα μπορούσε να ερμηνευθεί ως προσπάθεια της ελληνικής πλευράς να έχει αποσαφηνισμένο, στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, το πλαίσιο πριν ληφθούν όποιες αποφάσεις.
Σε κάθε περίπτωση, με ή χωρίς συνολική ευρωπαϊκή λύση στην ενεργειακή κρίση και με ή χωρίς ολική ή μερική εξαίρεση των αμυντικών δαπανών από τον υπολογισμό του εθνικού χρέους, το Π.Ν. αντιμετωπίζει ένα πολύ δύσκολο πρόβλημα, καθώς η τουρκική απειλή δεν είναι αναδυόμενη, αλλά παρούσα.
Μάλιστα, την τελευταία διετία, η έντασή της έχει επιβάλει τη διατήρηση επί μακρό διάστημα της μέγιστης δυνατής ετοιμότητας, που «αναλώνει» το ανθρώπινο δυναμικό και τα μέσα. Επιπρόσθετα, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και οι εντάσεις στις σχέσεις Δύσης – Ρωσίας επιφέρουν ισχυρότατο πλήγμα στην «αναιμική» δευτερογενή αγορά πλοίων επιφανείας και υποβρυχίων.
Βιώνοντας ένα περιβάλλον ασφαλείας που τα προηγούμενα χρόνια θεωρούνταν σενάριο χαμηλής ή και ελάχιστης πιθανότητας, και ύστερα από 30 χρόνια συνεχούς μείωσης των δομών δυνάμεων και των επιχειρησιακών δυνατοτήτων, η αποδέσμευση από τα ναυτικά χωρών-μελών του ΝΑΤΟ/Ευρωπαϊκής Ένωσης πλοίων για πώληση, μίσθωση ή παραχώρηση καθίσταται δυσκολότερη, καθώς σε αρκετές περιπτώσεις αυτά είναι και τα μοναδικά διαθέσιμα για συμμετοχή σε συμμαχικές επιχειρήσεις και δραστηριότητες.
ΠΗΓΗ: newsbreak.gr
0 Σχόλια