Πολλές φορές συμβαίνουν πράγματα γύρω μας που σε κάνουν να πιστεύεις όλο και περισσότερο ότι το προφανές είναι τελικά ζητούμενο στις πλείστες των περιπτώσεων στην εποχή μας.
Αυτή η σκέψη κυριάρχησε στον νου μου αμέσως μόλις άκουσα τις εξαγγελίες του πρωθυπουργού για την πιθανότητα αύξησης της στρατιωτικής θητείας. Και βέβαια θα ήμουν έτοιμος να συμφωνήσω με κάθε μέτρο το οποίο θα αφορούσε την άμυνα της χώρας, αρκεί να είχε μια συμβολή σε αυτό που λέμε Εθνική Άμυνα.
Και το λέω αυτό γιατί όσοι ασχολούνται σοβαρά με τα θέματα άμυνας, γνωρίζουν ότι εδώ και πολλά χρόνια ο υπέρ-προστατευτισμός της οικογένειας αλλά και η ανασφάλεια της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας να εκπαιδεύσουν σωστά και ρεαλιστικά τους Έλληνες οπλίτες και το κυριότερο η πλήρης ανοχή της πολιτείας σε φυγόστρατους κάθε μορφής που τελικά δικαιώνονται προεκλογικά με χαριστικούς νόμους, αφαιρούν από τους οπλίτες θητείας την αξία τους αφενός μεν ως θεσμού και αφετέρου δε ως προσφορά. Δεν είναι άραγε τυχαίο ότι αποτελεί γενική αντίληψη για τους υπηρετούντες θητεία ότι δύο είναι οι ειδικότητες αυτή του σκοπού και αυτή του αγγαρειομάχου.
Με αυτές λοιπόν τις συνθήκες πρακτικά οποιαδήποτε αύξηση θητείας δεν θα άλλαζε απολύτως τίποτα στο αξιόμαχο παρά μόνο θα δημιουργούσε ακόμα πιο πολλούς αγγαρειομάχους. Αυτό είναι όμως που χρειάζονται οι Ένοπλες Δυνάμεις για να αυξήσουν την μαχητική τους ικανότητα; μάλλον όχι …
Το πρόβλημα και πρέπει να το αντιληφθούμε δεν είναι οι αριθμοί αλλά η ποιότητα, δηλαδή ας δημιουργηθούν πρώτα οι σωστές προϋποθέσεις μιας χρήσιμης και γεμάτης προσφορά θητείας, ας δυσκολέψουν τα πράγματα για όσους αναζητούν απαλλαγές, ας εφαρμοστούν σωστά οι νόμοι για τους ανυπότακτους στο εξωτερικό και το εσωτερικό και τότε είναι βέβαιο ότι θα προκύψουν τέτοια νούμερα που η αύξηση της θητείας να μην αποτελεί αναγκαιότητα.
Ενδεικτικά ας δούμε λίγο την στατιστική της «ντροπής» πριν μιλήσουμε για αύξηση θητείας
Δυστυχώς, χιλιάδες Έλληνες αποφεύγουν να εφαρμόσουν το άρθρο 4 του Συντάγματος: «Κάθε Έλληνας που μπορεί να φέρει όπλα είναι υποχρεωμένος να συντελεί στην άμυνα της πατρίδας».
Σκανδαλώδεις νόμοι, ελαστική στρατιωτική δικαιοσύνη, μαγειρέματα ιατρικών γνωματεύσεων και κακή οργάνωση του κρατικού μηχανισμού έχουν εκτοξεύσει τον αριθμό ανυπότακτων να ισοδυναμεί με το 1/3 του μεγέθους του Ελληνικού Στρατού. Αν προστεθούν οι κλάσεις 1996 έως 2021, ο αριθμός των ανυπότακτων ξεπερνά τους 30.000 σύμφωνα με στοιχεία της Στρατολογίας όπως παρουσιάστηκαν σε συνέδριο στο Πάντειο Πανεπιστήμιο τον Νοέμβριο του 2019. Δηλαδή, τρεις περίπου μεραρχίες!!!
Ενώ το 2000, στα κατάστιχα της Στρατολογίας υπήρχαν 12.686 ανυπότακτοι, δύο δεκαετίες μετά σχεδόν τριπλασιάστηκαν. Υποτίθεται ότι η ελληνική νομοθεσία είναι αυστηρή, καθώς ορίζει ρητά πως όσοι καταδικάζονται αμετάκλητα για ανυποταξία ή λιποταξία δεν μπορούν ούτε καν να εκλέγουν ή να εκλέγονται σε εκλογές. Ωστόσο, στην πράξη τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά, πρωτίστως χάρη σε ευεργετικά νομοθετικά μαγειρέματα.
Στο ζήτημα των ανυπότακτων προστίθεται και η «αιμορραγία» του στρατού από εκείνους που εξαγοράζουν την θητεία τους. Μετά το 33ο έτος, μπορεί κάποιος να την εξαγοράσει υπηρετώντας μόλις 20 μέρες. Αυτό όμως εκτός των άλλων μπορεί να λέγεται και ισότητα έναντι των υπηρετούντων;
Θεωρούμε ότι πρωταρχική ανάγκη και προτεραιότητα αποτελεί η μείωση στο ελάχιστο των οπλιτών που απαλλάσσονται μέσω απαρέγκλιτης εφαρμογής της ισχύουσας νομοθεσίας, που είναι ούτως ή άλλως πολύ αυστηρή, χωρίς εξαιρέσεις, χωρίς παρακυκλώματα και χωρίς τροποποιήσεις τακτοποίησης εκκρεμοτήτων.
Οι αριθμοί τότε θα μας δείξουν πολλά, επιπλέον φυσικά είναι προς την σωστή κατεύθυνση η στράτευση στα 18 αλλά θα προσθέταμε ότι πρέπει να εξεταστεί πολύ σοβαρά και η στράτευση των γυναικών. Αν γίνουν αυτά και δεν αποδώσουν, τότε ας επανεξεταστεί η αύξηση θητείας, διότι τώρα με μια αύξηση χωρίς προϋποθέσεις ούτε το πρόβλημα θα λυθεί και ταυτόχρονα θα δημιουργηθεί μια μεγαλύτερη αδικία έναντι των υπηρετούντων.
Υπάρχουν δηλαδή ακόμα πολλά περιθώρια να βελτιωθούν στις δομές, στον τρόπο θητείας, στην εφαρμογή της ισχύουσας νομοθεσίας, πριν φτάσουμε να μιλάμε για αύξηση θητείας.
Τέλος γιατί αυτό είναι και το σημαντικότερο, οι νέοι που πηγαίνουν στο στρατό είναι βέβαιο ότι θυσιάζουν ένα σημαντικό κομμάτι της επαγγελματικής ή άλλης εξέλιξης τους στην κοινωνία και για αυτό θα πρέπει η πολιτεία να είναι πολύ προσεκτική στις επιλογές της. Ειδικά στις παρούσες συνθήκες, που οι νέοι μας ζουν μέσα στο φάσμα της ανασφάλειας και της ανεργίας θα είναι εξαιρετικά επιπόλαιο και σοβαρό λάθος να τους λέμε «ελαφρά τη καρδία» ότι θα κάνουν μεγαλύτερη θητεία, ενώ δεν έχουν μελετηθεί και δοκιμασθεί σοβαρά όλες οι υπάρχουσες επιλογές.
Χρήστος Καλογερόπουλος – Βαλκάνιος
Στρατηγικός Αναλυτής
Εξειδικευμένος σε Θέματα Διεθνούς Ασφάλειας
στη ΝΑ
Μεσόγειο
0 Σχόλια