Μετά από μια παρατεταμένη περίοδο κλιμάκωσης της έντασης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, λόγω της τουρκικής προκλητικότητας, ξεκινούν και πάλι οι διερευνητικές επαφές προκειμένου να καθοριστεί το πλαίσιο με βάση το οποίο θα πραγματοποιηθούν οι διαπραγματεύσεις. Σύμφωνα με όσα ανακοινώθηκαν από την τουρκική πλευρά εκτός από τις διερευνητικές επαφές θα υπάρχουν άλλες δύο διαπραγματευτικές διαδικασίες, η μια θα είναι σε πολιτικό επίπεδο και η άλλη σε στρατιωτικό για Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ).
Γράφει ο Αντιστράτηγος ε.α.
Λάμπρος Τζούμης
Επίτιμος Διοικητής 88 ΣΔΙ
Είναι ο 61ος γύρος διερευνητικών επαφών που άρχισαν τον Μάρτιο του 2002, στο πλαίσιο της ελληνοτουρκικής προσέγγισης. Οι επαφές αυτές διεκόπησαν το 2016, εξαιτίας του θέματος των οκτώ Τούρκων στρατιωτικών και της απαίτησης της Άγκυρας για έκδοση αυτών, με τον ισχυρισμό ότι συμμετείχαν στο στρατιωτικό πραξικόπημα για την ανατροπή του Τούρκου προέδρου. Οι δύο πλευρές είχαν συμφωνήσει σε μια διαδικασία, με σκοπό να διερευνηθεί εάν και κατά πόσον υπάρχει κοινό έδαφος και συντρέχουν οι προϋποθέσεις που θα μπορούσαν ενδεχομένως να καταλήξουν σε συμφωνία.
Στις διερευνητικές επαφές που επανεκκινούν η Ελλάδα βάζει στο «τραπέζι» προς διαπραγμάτευση μόνο ένα θέμα: Την οριοθέτηση ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας.
Η διαφορά για την υφαλοκρηπίδα ανάμεσα στις δύο χώρες μετρά εδώ και πέντε δεκαετίες περίπου. Η έναρξη αυτής τοποθετείται χρονικά στον Νοέμβριο του 1973, όταν η τουρκική κρατική εταιρεία πετρελαίων χορήγησε άδειες για διεξαγωγή ερευνών επί της ελληνικής υφαλοκρηπίδας δυτικά των ελληνικών νησιών του Ανατολικού Αιγαίου. Τον Ιούλιο του 1976 η ένταση κορυφώθηκε με την έξοδο του τουρκικού ωκεανογραφικού σκάφους «ΧΟΡΑ» το οποίο προέβη σε έρευνές στην ελληνική υφαλοκρηπίδα. Η Ελλάδα προσέφυγε μονομερώς στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, το οποίο κήρυξε εαυτόν αναρμόδιο, καθόσον η Τουρκία δεν προσήλθε επικαλούμενη τη μη αναγνώριση της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου από αυτήν. Οι δύο χώρες άρχισαν διαπραγματεύσεις για το θέμα της υφαλοκρηπίδας τον Νοέμβριο του 1976, συνυπογράφοντας το γνωστό ως Πρακτικό της Βέρνης, το οποίο έθετε το πλαίσιο του διαλόγου. Ο διάλογος, όμως, τερματίσθηκε άπρακτος το 1981, λόγω των συνεχών παλινδρομήσεων και της αδιάλλακτης στάσης της Τουρκίας.
Στη συνέχεια οι επανειλημμένες τουρκικές απόπειρες παραβίασης των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας επί της υφαλοκρηπίδας αποτέλεσαν σοβαρότατο σημείο τριβής στις διμερείς σχέσεις. Τον Μάρτιο του 1987 το Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας της Τουρκίας αποφάσισε να στείλει το ερευνητικό σκάφος «ΣΙΣΜΙΚ» στο Αιγαίο για έρευνες, φέρνοντας τις δύο χώρες στο χείλος ένοπλης σύγκρουσης. Με σκοπό την αποκλιμάκωση της έντασης ξεκίνησε έντονος πολιτικο-διπλωματικός διάλογος και στη συνέχεια υπεγράφησαν δύο μνημόνια υιοθέτησης ΜΟΕ. Σ΄ αυτά υιοθετήθηκαν κατευθυντήριες γραμμές για την μείωση της έντασης (π.χ. αποφυγή διεξαγωγής στρατιωτικών ασκήσεων στη διάρκεια αιχμής της τουριστικής περιόδου και των κυριότερων εθνικών και θρησκευτικών εορτών, αποχή από ενέργειες παρενόχλησης σκαφών της μιας πλευράς από την άλλη, κ.λπ). Τα μέτρα αυτά δεν απέδωσαν αποτελέσματα, καθόσον η Τουρκία αδιαφόρησε ή αρνήθηκε να συμμορφωθεί με την εφαρμογή τους. Να επισημανθεί επίσης ότι ήταν μέτρα αποφυγής έντασης και ως εκ τούτου δεν μπορούσαν να επιλύσουν τα βασικά προβλήματα των δύο χωρών.
Μετά την κρίση των Ιμίων, δρομολογήθηκε η διαδικασία της ελληνοτουρκικής προσέγγισης, μέσω διερευνητικών επαφών για τη διευθέτηση του ζητήματος οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας και υπήρξε μια δεύτερη προσπάθεια αναθέρμανσης του θέματος των ΜΟΕ Ελλάδας-Τουρκίας. Η τουρκική πλευρά έθεσε για συζήτηση και αποδοχή ένα νέο Μνημόνιο το οποίο περιελάμβανε μία σειρά τεχνικών διευθετήσεων με τίτλο «Στρατιωτικά μέτρα καλής θελήσεως». Οι διευθετήσεις αυτές απέβλεπαν στην εδραίωση ενός καθεστώτος, κύριο στοιχείο του οποίου ήταν η αμοιβαιότητα, με απώτερο στόχο τη συγκυριαρχία στο Αιγαίο.
H μέχρι σήμερα στάση της Τουρκίας καταδεικνύει ότι στις επικείμενες διερευνητικές επαφές θα επιδιώξει να θέσει προς συζήτηση όλες τις διμερείς διαφορές που η ίδια έχει δημιουργήσει τα προηγούμενα χρόνια μέσω τις μονομερών διεκδικήσεων της και όχι μόνο το θέμα της υφαλοκρηπίδας. Θα πρέπει επίσης να επισημάνουμε ότι οι επαφές αυτές εκτός από την χρόνια αναποτελεσματικότητα λόγω των μαξιμαλιστικών θέσεων της Τουρκίας, ξεκινούν με τα εξής δεδομένα:
Υπό την τουρκική απειλή πολέμου, σε περίπτωση επέκτασης των χωρικών μας υδάτων στα 12 μίλια, παρά το γεγονός ότι είναι μονομερές νόμιμο δικαίωμα της χώρας μας. Βασική προϋπόθεση για την έναρξη οποιουδήποτε διαλόγου θα έπρεπε να αποτελεί η άρση της απειλής.
Η οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών (υφαλοκρηπίδα, ΑΟΖ) δεν μπορεί να γίνει ακόμα και αν η διαφορά κατέληγε σε διεθνές δικαιοδοτικό δικαστήριο, αν προηγουμένως η Τουρκία δεν εγκαταλείψει τη θεωρία των «γκρίζων ζωνών» και δεν ξεκαθαρίσει η κυριαρχία στα νησιά, τα οποία θεωρεί ως αμφισβητούμενης ιδιοκτησίας.
Επί ενάμιση χρόνο η Τουρκία έχει πραγματοποιήσει εισβολή στην κυπριακή ΑΟΖ, εντός της οποίας διεξάγει έρευνες-γεωτρήσεις, αδιαφορώντας για τους κανόνες διεθνές δικαίου και τις διεθνείς αντιδράσεις.
Λίγες μέρες πριν την έναρξη του διαλόγου ο Τούρκος πρόεδρος εμμένει με δηλώσεις του στο ιδεολόγημα της «Γαλάζιας Πατρίδας» και το παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο βρίσκεται σε ισχύ.
Τα προαναφερόμενα δεν επιτρέπουν ιδιαίτερη αισιοδοξία αναφορικά με τις διερευνητικές επαφές. Θα πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη ότι ακόμα και αν υπάρξει συμφωνία για το θέμα της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ η εξομάλυνση των σχέσεων των δύο χωρών προϋποθέτει την επίλυση σοβαρών ζητημάτων όπως το Κυπριακό που αποτελεί τη «λυδία λίθο» στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και θεμάτων αμφισβήτησης από πλευράς Τουρκίας όπως το εύρος εθνικού εναερίου χώρου -χωρικών υδάτων, η αποστρατικοποίηση νησιών, οι «γκρίζες ζώνες», κ.λ.π.
0 Σχόλια