ΦΩΤΟ: Αρχείου
ΜΟΝΟΔΡΟΜΟΣ
Η ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ
ΓΙΑ
ΤΗΝ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ ΤΩΝ ΥΔΡΟΓΟΝΑΝΘΡΆΚΩΝ
Του
Γεωργίου Κασσαβέτη
Επισμηναγού
(Ι) ε.α. - τ. Κυβερνήτου Ο.Α.
Ο
κατάλογος των παραγόντων οι οποίοι προσδιορίζουν την εθνική ισχύ ενός κράτους
δεν είναι κοινός για όλους τους πολιτικούς επιστήμονες και τους στρατιωτικούς
αναλυτάς. Οι περισσότεροι όμως συμφωνούν στους εξής. Στον Γεωγραφικό, στον
Δημογραφικό, στον Οικονομικό, στον Ψυχολογικό και τον Στρατιωτικό, ήτοι στις
Ένοπλες Δυνάμεις.
Ο
σημαντικότερος υποπαράγων τον οποίο εξετάζει ο Γεωγραφικός παράγων είναι η
Σχετική Τοποθεσία. Το πόσο σπουδαίος είναι ο παράγων αυτός αποδεικνύεται από το
εξής. Εάν παρατηρήσουμε το χάρτη του σημερινού κόσμου θα διαπιστώσουμε ότι όλες
οι μεγάλες δυνάμεις του κόσμου βρίσκονται μεταξύ 20 και 60 μοιρών Βορείου
Γεωγραφικού Πλάτους. Σπουδαίο επίσης ρόλο στην εθνική ισχύ ενός κράτους παίζει
το μέγεθος του κράτους, αν αυτό είναι νησιωτικό, ή περιβαλλόμενο από ξηρά, το
σχήμα, η τοπογραφία και το κλίμα.
Στον
Δημογραφικό Παράγοντα εντάσσονται το μέγεθος του πληθυσμού, ο ρυθμός αυξήσεως,
η μέση ηλικία του και η παραγωγικότητα. Το πόσο καθοριστικό στη διαμόρφωση της
εθνικής ισχύος ενός κράτους είναι το μέγεθος του πληθυσμού αποδεικνύεται από το
εξής. Το 1800 η Γαλλία ήτο το πλέον ισχυρό κράτος της Ευρώπης. Ο πληθυσμός της
ήταν μεγαλύτερος και της Γερμανίας και της Μεγάλης Βρετανίας. Το 1869 η
Γερμανία ξεπέρασε σε πληθυσμό τη Γαλλία και δύο έτη αργότερα τη νίκησε
στρατιωτικά, νίκη που την καθιέρωσε ως τη μεγαλύτερη δύναμη της ηπειρωτικής
Ευρώπης. Το ότι κόντεψε να υποδουλώσει όλη την Ευρώπη κατά τον Β ΠΠ, αποτελεί
τρανή απόδειξη της ισχύος του κανόνα αυτού.
Στον
Οικονομικό Παράγοντα υπάγονται ο Ορυκτός Πλούτος, οι Γεωργικοί Πόροι, η
Παραγωγική Ικανότητα, οι Ενεργειακοί Πόροι και η εφαρμοζόμενη Οικονομική
Πολιτική. Εξ’ όλων αυτών καθοριστικός στη διαμόρφωση της εθνικής ισχύος είναι ο
ρόλος του ορυκτού πλούτου. Και επ’ αυτού δε χρειάζονται πλείονες αποδείξεις.
Αρκεί να παρακολουθήσει κανείς τη σημερινή διαμάχη μεταξύ της χώρας μας και της
γειτονικής Τουρκίας. Η Τουρκία η οποία δικαιούται ένα πολύ μικρό ποσοστό από
τους υδατάνθρακες του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου, βάσει του Δικαίου
της Θαλάσσης, επιχειρεί να αρπάξει τη μερίδα του λέοντος δια της δυνάμεως του
ισχυρού. Όσο για το ρόλο της ακολουθούμενης οικονομικής πολιτικής, εμείς οι
Έλληνες έχουμε πικράν πείραν. Η περίοδος των μνημονίων της περασμένης δεκαετίας
αποτελεί τον πλέον αψευδή μάρτυρα, για το που οδηγεί η λανθασμένη οικονομική
πολιτική.
Κατά
την άποψη όλων των ασχολουμένων με τα στρατιωτικά θέματα θα αποτελούσε σοβαρή
παράλειψη, αν στις συνιστώσες της εθνικής ισχύος δεν συμπεριλαμβανόταν και ο
Ψυχολογικός Παράγων, στον οποίο υπάγονται ο Εθνικός Χαρακτήρας, το Ηθικό του
λαού και των Ενόπλων Δυνάμεων και η Θρησκεία. Το τι ακριβώς σημαίνει Εθνικός
Χαρακτήρας είναι δύσκολο να προσδιορισθεί επακριβώς. Θα μπορούσε όμως να
ορισθεί ως το άθροισμα συγκεκριμένων διανοητικών και ηθικών ιδιοτήτων ενός
έθνους, για τις οποίες οι πολίτες του νιώθουν υπερήφανοι που ανήκουν σ΄ αυτό.
Σε αυτό το σημείο αξίζει να αναφερθούμε σε μια μελέτη του Οργανισμού Ηνωμένων
Εθνών, σχετικά με τη συμπεριφορά των αιχμαλώτων των διαφόρων συμμάχων χωρών,
υπό των Κομμουνιστών κατά τον πόλεμο της Κορέας 1950-1953. Σύμφωνα με τη
μελέτη, ο Εθνικός Χαρακτήρας τον οποίο επέδειξαν οι Τούρκοι αιχμάλωτοι
στρατιώτες ήταν αξιοσημείωτος, αφού ούτε ένας απ’ αυτούς δεν ενέδωσε στα
βασανιστικά ερωτήματα των ανακριτών να εκμαιεύσουν στρατιωτικές πληροφορίες.
Δυστυχώς την ίδια συμπεριφορά δεν είχαν ούτε οι αιχμάλωτοι άλλων εθνικοτήτων,
αλλ’ ούτε και οι δικοί μας οι οποίοι δικαιολογημένα θα έπρεπε να έχουν
ανεπτυγμένο Εθνικό Χαρακτήρα, λόγω της ένδοξης τρισχιλιετούς ιστορίας μας και
της προσφοράς των φιλοσόφων μας στη διεθνή διανόηση.
Ο
Μέγας Ναπολέων έλεγε πως το ηθικό ενός στρατεύματος είναι τρεις φορές
σπουδαιότερο από τον εξοπλισμό του. Υψηλό ηθικό σε ένα λαό και κατ’ επέκταση
στις Ένοπλες Δυνάμεις εξασφαλίζεται, όταν στο κράτος υπάρχει δικαιοσύνη,
ενότητα στο πολιτικό σύστημα, ίσες ευκαιρίες στους πολίτες και ικανή και έντιμη
πολιτική ηγεσία. Σε μια εμπόλεμη κατάσταση το ηθικό του στρατεύματος
επηρεάζεται από το δίκαιο του αγώνος και από την ικανότητα της πολιτικής και
στρατιωτικής ηγεσίας. Το ότι η Ελλάδα έγραψε το έπος του 40, οφείλεται τόσο στη
στρατιωτική προετοιμασία της χώρας από τον Ιωάννη Μεταξά, όσο και στην ενότητα
και το υψηλό ηθικό του ελληνικού λαού και των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων.
Σημαντικός επίσης στη διαμόρφωση της εθνικής ισχύος είναι και ο παράγων της
θρησκείας. Αν οι Έλληνες καπεταναίοι το 1821 κατόρθωσαν να νικήσουν τους
Τούρκους με τα καριοφίλια, ήταν γιατί εμπνέοντο από το σύνθημα, ότι ο αγώνας
γινόταν «για του Χριστού την πίστη την αγία και της πατρίδος την ελευθερία».
Δυστυχώς,
ο τόσο βασικός αυτός παράγων του ηθικού στη διαμόρφωση της εθνικής ισχύος έχει
αγνοηθεί τελείως από το προβληματικό πολιτικό σύστημα της χώρας τα τελευταία
χρόνια. Ακόμα και πριν την οικονομική κρίση, όταν αγοραζόταν ένα οπλικό σύστημα
– γιατί τα τελευταία δέκα χρόνια που ο Paul Tomsen και τα άλλα καλόπαιδα της τρόικα,
πετσόκοβαν τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης, τη ανοχή των
υπευθύνων για την άμυνα της χώρας, δεν αγοράστηκε ούτε βίδα - κανείς αρμόδιος
δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ για τη σπουδαιότητα του ηθικού του εμψύχου δυναμικού, που
θα χειριζόταν το οπλικό αυτό σύστημα. Αγνοούσαν ενδεχομένως ότι ακόμη και το
τελειότερο οπλικό σύστημα στα χέρια προσωπικού με μειωμένο, ή χωρίς ηθικό,
είναι άχρηστο.
Διερωτάται
όμως κανείς, τι ηθικό να έχουν τα τελευταία 45 χρόνια τα στελέχη των Ενόπλων
Δυνάμεων της χώρας, όταν βρίσκονται στην τελευταία μισθολογική θέση των δημοσίων
λειτουργών, πίσω απ’ το συμπαθή κλάδο των εκπαιδευτικών, το έργο των οποίων
τιμούμε, πλην εργάζονται μόνο 16 ώρες εβδομαδιαίως, έναντι τετραπλασίων, ή και
πενταπλασίων και υπό αντίξοες συνθήκες των προηγουμένων; Κι ακόμη πιο πίσω κι
απ’ τους συμπαθείς κατά τα άλλα μουσικούς του δημοσίου; Και τι ηθικό να έχει κι
αυτός ακόμη ο επικεφαλής των Ενόπλων Δυνάμεων Στρατηγός των τεσσάρων αστέρων,
όταν το άθλιο, προκατειλημμένο και εμπαθέστατο πολιτικό σύστημα τον έχει ηθικά και
κοινωνικά εξευτελίσει, εξισώνοντάς τον μισθολογικά με τον πρωτοδιοριζόμενο
πρωτοδίκη; Μπορεί αυτό να συμβαίνει σε άλλο πολιτισμένο κράτος του κόσμου, ήτοι
ένας ανώτατος δημόσιος λειτουργός με 40 χρόνια πραγματικής, επώδυνης,
κοπιαστικής και επικίνδυνης εργασίας, να έχει σχεδόν τον ίδιο βασικό μισθό με
ένα πρωτοδιοριζόμενο δημόσιο υπάλληλο, έστω κι αν αυτός ανήκει στο δικαστικό
σώμα;
Αφήσαμε
τελευταία τη συμβολή του Στρατιωτικού Παράγοντα, ή των Ενόπλων Δυνάμεων στην
εθνική ισχύ μιας χώρας, διότι δεν είναι μεν ο μοναδικός, αλλά ο κυριότερος. Ο
μεγάλος Πρώσος Στρατηγός και συγγραφέας της Θεωρίας του Πολέμου Carl Von Clausewitz έγραφε. «Αν θέλεις να έχεις
ειρήνη προετοιμάσου για πόλεμο», τουτέστιν δημιούργησε ισχυρές Ένοπλες
Δυνάμεις. Την ίδια άποψη υποστήριζε και ο πρύτανης της ελληνικής διπλωματίας
Βασίλειος Παπαδάκης, ο οποίος έλεγε ότι «Για να κάνεις επιτυχή εξωτερική
πολιτική χρειάζεσαι δύο παράγοντες. Ισχυρή οικονομία και ισχυρές Ένοπλες
Δυνάμεις». Προφανώς όμως οι Ένοπλες Δυνάμεις μιας χώρας για να έχουν τη
δυνατότητα να επιτελούν τον αποτρεπτικό τους ρόλο και να ανταποκρίνονται στις
ανάγκες ενός πολέμου, πρέπει να έχουν σύγχρονο εξοπλισμό, άριστη εκπαίδευση,
υψηλό ηθικό και πλήρη αλληλεξάρτηση με τους προαναφερθέντες παράγοντες εθνικής
ισχύος. Οίκοθεν νοείται ότι όσο καλά εκπαιδευμένος και εξοπλισμένος να είναι
ένας Στρατός, δεν μπορεί να επιτελέσει το ρόλο του, όταν η κυβέρνηση της χώρας
του παλεύει με νύχια και με δόντια, να διατηρήσει την ειρήνη, έναντι οιουδήποτε
κόστους και η αγωνιώδης προσπάθειά της αυτή περνάει και στο λαό, με συνέπεια
την ηττοπάθειά του.
Στη
χώρα μας δυστυχώς τα τελευταία 45 χρόνια όλες οι κυβερνήσεις που άσκησαν την
εξουσία είχαν ως υπέρτατο στόχο τη διατήρηση της ειρήνης, η οποία τους
εξασφάλιζε την ακώλυτη νομή της εξουσίας, έστω κι αν αυτό συνεπήγετο συρρίκνωση
της ελληνικής επικράτειας, καταρράκωση της εθνικής αξιοπρέπειας και καταισχύνη
έναντι της ένδοξης και μακραίωνος εθνικής ιστορίας μας. Στα πλαίσια της
επαίσχυντης αυτής νοοτροπίας των πολιτικών μας παραχωρήσαμε το 38% της
ελληνικής μεγαλονήσου στους Τούρκους το 1974, με το κατάπτυστο και γελοίο
πρόσχημα του ψευτοεθνάρχου και νεκροθάφτη της Δεξιάς Παρατάξεως Κωνσταντίνου
Καραμανλή, «Η Κύπρος είναι μακράν», επιτρέψαμε στο τουρκικό ερευνητικό πλοίο «Πίρι
Ρέις» να αλωνίζει εντός των χωρικών υδάτων των ελληνικών νησιών το 1987, με το
ιδιοτελέστατο σλόγκαν «Μη Πόλεμος» του Ανδρέα Παπανδρέου και υπογράψαμε την
προδοτική συμφωνία «No Ships, No Troops, No Flags» (Όχι πλοία, όχι στρατεύματα, όχι
σημαίες) στα ελληνικά Ίμια από τον Κώστα Σημίτη, προκειμένου να αποφύγουμε τον
πόλεμο με την Τουρκία, τον Ιανουάριο του 1996. Και το πλέον εξευτελιστικό, ότι
ο πρωθυπουργός της χώρας ευχαριστούσε δημοσίως τους Αμερικανούς, οι οποίοι τον
ανάγκασαν να υπογράψει την προδοτική εκείνη συμφωνία, με αντάλλαγμα την αποφυγή
του πολέμου και την εξασφάλιση της θεσούλας του ίδιου και των συνεταίρων του
στο πολιτικό σύστημα. Θα τρίζουν τα κόκκαλα του Περικλή, ο οποίος στον Επιτάφιο
γράφει ότι «Είναι ανοησία να πολεμά κανείς, όταν ευτυχεί και όταν έχει τη
δυνατότητα να μην πολεμήσει. Εάν όμως κινδυνεύει η ανεξαρτησία του πρέπει να
πολεμήσει. Όποιος αποφεύγει τον κίνδυνο είναι πιο αξιοκατάκριτος, από εκείνον
που τον αντιμετωπίζει».
Η
χώρα μας τα τελευταία χρόνια βιώνει μια οσημέραι κλιμακούμενη απειλή από την
Τουρκία. Ο πανούργος Πρόεδρος της Τουρκίας Ταγίπ Ερντογάν – και μην κάνουν το
σφάλμα μερικοί συμπατριώτες μας να υποτιμούν τη διπλωματική και ηγετική του
ικανότητα. Το ότι πάει στη μια ρόδα τον Πρόεδρο Τράμπ, αποτελεί απτή απόδειξη –
έχει διαβάσει πολύ καλά τα ελληνικά πράγματα και πρωτίστως την μανιώδη,
ακαταμάχητη και διακαή επιθυμία σύσσωμου του πολιτικού συστήματος να διατηρήσει
την ειρήνη, έναντι οιουδήποτε κόστους. Γνωρίζει ακόμη, καλύτερα παντός άλλου, την
πραγματική κατάσταση των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων.
Όταν ο Ερντογάν μας κουνάει το
δάκτυλο και μας απειλεί, γνωρίζει το αξιόμαχο των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων
και κατά συνέπεια την αξία των απειλών του Έλληνα Α/ΓΕΕΘΑ Στρατηγού κ. Φλώρου
ότι «όποιος πατήσει το πόδι του σε ελληνικό νησί, πρώτα θα τον κάψουμε και
μετά θα δούμε ποιος είναι».
Καίτοι
είναι τοις πάσι γνωστόν, ότι οι τουρκικές μυστικές υπηρεσίες γνωρίζουν
επακριβώς την κατάσταση και των τριών Όπλων των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, δεν
επιθυμώ να εκθέσω δημοσίως και τις δικές μου έγκυρες πληροφορίες για την
κατάσταση της Πολεμικής Αεροπορίας, απ’ την οποία προέρχομαι. Θα περιοριστώ
μόνο σε ένα δημοσίευμα της εφημερίδος «ΤΑ ΝΕΑ» της 20-21 Ιουνίου με τίτλο «Πάγωσαν
τα χαμόγελα». Σύμφωνα λοιπόν με το δημοσίευμα της έγκριτης εφημερίδος, σε
ασκήσεις επί χάρτου στο Υπουργείο Υγείας, για το πως θα αντιμετωπιστεί μια
ευρύτερη κρίση με τον κορονοϊό στα νησιά τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, οπότε θα
αφιχθεί το μεγάλο κύμα των τουριστών, αφού δεν υπάρχουν επαρκή εναέρια μέσα για
τις αεροδιακομιδές των βαρέως νοσούντων ασθενών, οι ελπίδες όλων εναποτέθηκαν
στα αεροσκάφη C – 130 της Πολεμικής μας
Αεροπορίας. Όμως «τα χαμόγελα πάγωσαν», όταν το Γενικό Επιτελείο Αεροπορίας
απήντησε ότι από τα αεροσκάφη του συγκεκριμένου τύπου πετάει μόνο ένα. Τα
υπόλοιπα είναι καθηλωμένα στο έδαφος με σοβαρά μηχανικά προβλήματα και έλλειψη
ανταλλακτικών. Όταν οι αρμόδιοι του Υπουργείου Υγείας απευθύνθηκαν στο Πολεμικό
Ναυτικό, υπέστησαν και τη δεύτερη ψυχρολουσία, όταν το ΓΕΝ τους πληροφόρησε,
ότι κανένα πλοίο δεν διαθέτει επαρκείς χώρους για την απομόνωση των νοσούντων.
Αποτελεί
κοινό μυστικό για όλους τους ασχολουμένους με τα κοινά, ότι τόσο οι Ηνωμένες
Πολιτείες της Αμερικής, όσο και η Γερμανία, η οποία αποτελεί παραδοσιακό φίλο
και σύμμαχο της Τουρκίας, μας πιέζουν αφόρητα να προβούμε σε υποχωρήσεις,
προκειμένου να καταλήξουμε σε συμφωνία με τους Τούρκους, όσον αφορά την
εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων της Ανατολικής Μεσογείου και του Αιγαίου. Τόση
μάλιστα είναι η πίεση εκ μέρους των ΗΠΑ, ώστε η χώρα δεν έχει προβεί στην
ανακήρυξη ΑΟΖ, 38 ολόκληρα χρόνια μετά τη Σύμβαση του Montego Bay για «Το Δίκαιο της Θαλάσσης» το
1982, καίτοι η ανακήρυξη προϋποθέτει μονομερή ενέργεια του κυρίαρχου κράτους
και δε χρειάζεται συμφωνία με τους γείτονες. Η πίεση αυτή συνεχίζεται ακόμη και
σήμερα. Απόδειξη ότι ενώ προεκλογικά ο κ. Μητσοτάκης είχε υποσχεθεί την
ανακήρυξη της ΑΟΖ, μετά την εκλογή του η υπόσχεση μεταφέρθηκε στις ελληνικές
καλένδες.
Δυστυχώς
τον τελευταίο καιρό όλα δείχνουν, ότι πολύ γρήγορα η κυβέρνηση θα οδηγηθεί σε
μια νέα προδοτική συμφωνία με την Τουρκία, σχετικά με την εκμετάλλευση των
υδρογονανθράκων του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου, η οποία θα αγνοεί
παντελώς τις διατάξεις της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θαλάσσης, οι οποίες μέχρι
τώρα αποτελούσαν ευαγγέλιο για τους αρμόδιους κυβερνήτες μας.
Οι αποδείξεις που οδηγούν σε αυτό το συμπέρασμα
είναι οι εξής:
α.
Η δεδομένη πλέον βούληση όλων των ελληνικών κυβερνήσεων να αποφύγουν τον
πόλεμο, έναντι οιουδήποτε κόστους. Αυτό το έχουν εμπεδώσει πολύ καλά οι Τούρκοι
τα τελευταία χρόνια και το επιβεβαιώνουν κάθε μέρα, όταν παραβιάζουν ατιμωρητί
τον εθνικό εναέριο χώρο μας, πετώντας ακόμη και πάνω από τα μεγάλα νησιά μας
του Ανατολικού Αιγαίου, όταν παρενοχλούν προκλητικά τα αεροπλάνα, ή τα
ελικόπτερα που μεταφέρουν υψηλά κυβερνητικά μας πρόσωπα, ή εμβολίζουν πλοία του
Λιμενικού Σώματος, χωρίς να δίνουν λογαριασμό σε κανένα.
β.
Προς την κατεύθυνση αυτή οδηγούν τα πράγματα και οι δύο υπερδυνάμεις του ΝΑΤΟ,
ήτοι οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Γερμανία. Οι μεν πρώτες διότι πέραν της πάγιας
λανθασμένης εξωτερικής τους πολιτικής, αυτή την περίοδο έχουν επικεφαλής έναν
αλλοπρόσαλλο Πρόεδρο, ο οποίος κυριολεκτικά δεν ξέρει τι κάνει, η δε Γερμανία
διότι θέλει να περιφρουρήσει τις τεράστιες επενδύσεις της στην Τουρκία.
γ.
Οι δημόσιες τοποθετήσεις ορισμένων Ελλήνων πεμπτοφαλαγγιτών, οι οποίοι δρουν ως
προπομποί του συστήματος, προκειμένου να απορροφήσουν τους πρώτους κραδασμούς
των λαϊκών αντιδράσεων όπως:
(1)
Του τέως Υπουργού Εξωτερικών του ΣΥΡΙΖΑ Νίκου Κοτζιά, ο οποίος κατά τη διάρκεια
του διεθνούς οικονομικού φόρουμ στους Δελφούς δήλωσε «Δεν πρέπει να φαίνεσαι
μοναχοφάης και να λες είναι όλα δικά μου, γιατί τότε γίνεσαι μέρος του
προβλήματος. Πρέπει να προσφερθεί μια προοπτική στην Τουρκία … ώστε να μετάσχει
σε αυτή την οικονομική ανάσταση. Είναι λάθος όσων πιστεύουν ότι η Τουρκία, με
τόσες χιλιάδες χιλιόμετρα ακτών, δεν έχει ΑΟΖ και το Καστελόριζο έχει όλη την
ΑΟΖ στην περιοχή».
(2).
Οι δηλώσεις του τέως υπουργού Α..Παιδείας Νίκου Φίλη και του εκδότη του «Φιλελεύθερου»
Θ. Μαυρίδη ότι «Η συνεκμετάλλευση των υδρογονανθράκων με την Τουρκία είναι η
πιο ρεαλιστική λύση».
(3).
Οι ανθελληνικές δηλώσεις του τέως Υπουργού Εξωτερικών και νυν Προέδρου της
Επιστημονικής Επιτροπής του Υπουργείου Εξωτερικών Χρήστου Ροζάκη, ήτοι ότι «Είναι
μαξιμαλιστική η άποψη της χώρας μας, ότι μπορεί να έχει ΑΟΖ μέχρι την Κύπρο και
12 μίλια αιγιαλίτιδα ζώνη παντού. Η ελληνική κοινωνία γαλουχήθηκε μέσα από
αρχές και αξίες, που δεν είναι απαραίτητα σωστές, δηλαδή συνυφασμένες με το
Διεθνές Δίκαιο». Και πριν καταλαγιάσει ο θόρυβος απ’ τις προκλητικές αυτές
δηλώσεις του ο κ. Ροζάκης ξαναχτύπησε κατά την συνέντευξή του στο κανάλι Νέα
Κρήτη υποστηρίζοντας ότι «το Καστελόριζο είναι απομονωμένο, μακριά από τη
Ρόδο, αλλά είναι κοντά στις ακτές της Τουρκίας».
(4).
Στο χορό των ατυχών δηλώσεων μπήκε πρόσφατα, κατά την επίσκεψή της στο
Αγαθονήσι, και η νέα Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Σακελλαροπούλου με την
περίεργη δήλωσή της «Το Αγαθονήσι είναι μακριά από την ηπειρωτική Ελλάδα». Προς
τι όμως αυτή η δήλωση της κυρίας Προέδρου; Και η Ρόδος και η Κάρπαθος και το
Καστελόριζο είναι μακριά από την ηπειρωτική Ελλάδα και πιο κοντά στην Τουρκία,
τι σημαίνει αυτό; Ότι σε αυτά τα νησιά η χώρα διαθέτει ασθενείς τίτλους
ιδιοκτησίας;
Το
συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει κανείς απ’ όλα τα προαναφερθέντα είναι, ότι η
χώρα σύρεται εκούσα άκουσα και με μαθηματική ακρίβεια σε μια νέα προδοτική
συμφωνία συνεκμεταλλεύσεως των υδρογονανθράκων του Αιγαίου και της Ανατολικής
Μεσογείου με την Τουρκία. Η πρόσφατα υπογραφείσα συμφωνία για την ΑΟΖ με την
Ιταλία, κατά την οποία δόθηκε μειωμένη κατά 35% και 75% αντιστοίχως επήρεια των
ελληνικών νησιών Στροφάδες και Διαπόντιες νήσοι και η ωμή απαίτηση της Αιγύπτου
για 20% επήρεια της Ρόδου, Καρπάθου και Κρήτης στην ΑΟΖ των δύο χωρών,
αποτελούν πρόκριμα για τη νέα συμφωνία μεταξύ Ελλάδος – Τουρκίας, η οποία
αποτελεί μονόδρομο για οποιαδήποτε ελληνική κυβέρνηση. Οι λόγοι είναι δύο. Ο πρώτος,
η παγία επιθυμία όλων συλλήβδην των πολιτικών της χώρας για αποφυγή του
πολέμου, έναντι οιουδήποτε κόστους και ο δεύτερος η αδυναμία των ελληνικών
Ενόπλων Δυνάμεων να εμπλακούν σε ένα πόλεμο με την Τουρκία. Ο φόβος ότι μετά
από έναν αποτυχημένο πόλεμο θα στηθούν αγχόνες για τους υπευθύνους της ήττας,
αποτελεί ισχυρό ανασχετικό παράγοντα για την εμπλοκή της χώρας σε πόλεμο.
Συνεπώς ποια είναι η σίγουρη εναλλακτική λύση; Η υπογραφή μιας οποιασδήποτε
συμφωνίας, έστω κι αν αυτή στρέφεται ευθέως κατά των συμφερόντων της χώρας. Το
συνδικάτο του πολιτικού συστήματος να είναι καλά.