Του
Νικολάου Αθ. Μπλάνη Αντιστράτηγου Αστυνομίας ε.α.
1.
Παρατηρούμε με θλίψη τον πόλεμο, που για άλλη μια φορά έχει ξεσπάσει στους
κόλπους του αστυνομικού συνδικαλισμού. Είδαμε πολλές φορές τις απαράδεκτες
δηλώσεις εκπροσώπων των συνδικαλιστικών φορέων της Αστυνομίας, οι οποίες
προκάλεσαν τις δικαιολογημένες αντιδράσεις όλων. Έχουμε γράψει πολλάκις για την
αμετροέπεια, τις φραστικές υπερβολές και τις απαράδεκτες δηλώσεις (που κάποιες
φορές στοιχειοθετούσαν την αντικειμενική υπόσταση ποινικών εγκλημάτων) και
εμφανίσεις ορισμένων συνδικαλιστών στα Μ.Μ.Ε. Επίσης γράψαμε για την
αρρωστημένη αντίληψη-λογική-πρακτική γενικά του συνδικαλιστικού ακτιβισμού, που
θέλει να μην υπακούει σε κανόνες και να συμπεριφέρεται με αυθάδεια και
αλαζονεία.
2.
Ειδικότερα είναι τραγική η εικόνα που παρουσιάζεται στους δέκτες των
τηλεοράσεων με κάποιους συνδικαλιστές, οι οποίοι σαν αποκλειστικοί «συνεργάτες»
ιδιωτικών καναλιών, εκφράζονται με ασχετοσύνη και απρεπή τουλάχιστον
φρασεολογία «επί παντός επιστητού» και ενίοτε πέραν των συνδικαλιστικών
αρμοδιοτήτων τους, ασκώντας πολιτική και παραβιάζοντας την αρχή της «πολιτικής
ουδετερότητας». Και έχουν προκαλέσει την αγανάκτηση πολλών.
3.
Η εικόνα εμφανίζεται χειρότερη με κάποιους πρώην Συνοριακούς Φύλακες (Σ.Φ.) και
Ειδικούς Φρουρούς (Ε.Φ.), οι οποίοι, ενώ έχουν ενταχθεί στο αστυνομικό
προσωπικό, εξακολουθούν να λειτουργούν ξεχωριστά Σωματεία. Οι ίδιοι
εμφανίζονται να εκπροσωπούν το σύνολο των αστυνομικών προκαλώντας σύγχυση και
προβάλλοντας μια αρνητική εικόνα για τον Αστυνομικό Θεσμό. Και αυτό γιατί έγινε
το λάθος να τους επιτραπεί αυτό (να εγγράφονται δηλ οι εντασσόμενοι στο
αστυνομικό προσωπικό στα Σωματεία Σ.Φ. και Ε.Φ.) με το άρθρο 18 παρ.4 του ν. 3938/2011.
Εφόσον δεν θεσπίζονταν η εν λόγω ρύθμιση-εξαίρεση, θα εγγράφονταν στις οικείες
ενώσεις αστυνομικών υπαλλήλων, αφού εντασσόμενοι στο αστυνομικό προσωπικό
ισχύουν και για αυτούς οι αντίστοιχες (οικείες) διατάξεις και δεν θα υπήρχε
σήμερα το εν λόγω πρόβλημα.
4.Το
ζήτημα μπορεί να αντιμετωπιστεί με την τροποποίηση της παραγράφου 4 του άρθρου
18 του ως άνω νόμου, ώστε να ορίζει, ότι οι εντασσόμενοι στο αστυνομικό
προσωπικό Σ.Φ. και Ε.Φ. δύνανται να μετέχουν (εγγράφονται) μόνο στις οικείες
ενώσεις αστυνομικών υπαλλήλων.
5.
Δυστυχώς υπάρχει και το φαινόμενο της «ισοβιότητας» και «μονιμότητας», που
οδηγεί στον εκφυλισμό ή αλλοτρίωση της συνδικαλιστικής δράσης και τελικά στις
συντεχνίες και στον στυγνό επαγγελματισμό. Που σκοπό έχει την προώθηση των
προσωπικών φιλοδοξιών και που εν τέλει δεν ωφελεί και εν πολλοίς βλάπτει τα
συμφέροντα των εργαζομένων. Οι ίδιοι οι συνδικαλιστικοί εκπρόσωποι, εφόσον
είναι υπέρ ενός υγιούς συνδικαλιστικού κινήματος, θα έπρεπε να λύσουν το
πρόβλημα με εσωτερικούς κανόνες αυτοπεριορισμού. Θα έπρεπε να προβλέψουν και να
θεσπίσουν σχετικούς περιορισμούς στις καταστάσεις διατάξεις.
6.
Επειδή όμως οι ίδιοι δεν θέλουν ή δεν μπορούν να το κάνουν, ας έρθει η Πολιτεία
να το ρυθμίσει με Νόμο. Να βάλει περιορισμούς στη θητεία των οργάνων της διοίκησης
των συνδικαλιστικών ενώσεων. Να βάλει πλαφόν στο χρόνο θητείας αυτών. Να ορίσει
δηλαδή ότι το ίδιο πρόσωπο δεν μπορεί να αναλάβει διοίκηση για περισσότερες από
δύο θητείες ή συνολικά οκτώ χρόνια. Μια τέτοια ρύθμιση δεν ανατρέπει και δεν
παρεμποδίζει την άσκηση του συνδικαλιστικού δικαιώματος (ΣτΕ 1927/1978,
Α.Π.66/1982) και συνδέεται και με την ιδιομορφία των καθηκόντων και την
αποστολή της Αστυνομίας.
7.
Οι εν λόγω προτάσεις, όπως αυτές αναφέρονται ανωτέρω στις παραγράφους 4 και 6 του
παρόντος, αποτελούν ένα «κοκτέϊλ φαρμάκων» και αντιμετωπίζουν μεγάλο μέρος του
προβλήματος. Το ζήτημα είναι αν οι αρμόδιοι μπορεί να «αποβάλλουν» τον ιό του
«λαϊκισμού», που έχουν στο DNA τους. Γιατί η παλινωδία με τις συνδικαλιστικές
άδειες έδειξε ότι … δυσκολεύονται!!! Ιδού η Ρόδος ιδού και το πήδημα.
Οψόμεθα!!!