Διονύσης Τεμπονέρας*
Άσχετα με το αν συμφωνεί ή όχι κανείς με την τριχοτόμηση της σύνταξης (εθνική, ανταποδοτική, προσωπική διαφορά), αν η κυβέρνηση δεσμεύεται ότι δεν θα προχωρήσει σε μειώσεις συντάξεων στο μέλλον και θέλει όντως να δώσει πραγματικές αυξήσεις, οφείλει άμεσα να καταργήσει την προσωπική διαφορά και να την ενσωματώσει τουλάχιστον στην ανταποδοτική σύνταξη ως αναπόσπαστο τμήμα αυτής. Έτσι θα εξαλειφθεί μια «μνημονιακή εφεύρεση», που μέχρι σήμερα έχει αποδειχτεί ότι λειτουργεί μόνο εις βάρος των συνταξιούχων.
Αρχές Γενάρη του 2020. Ο αρμόδιος υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, κ. Βρούτσης, δηλώνει με έμφαση στη Βουλή, απαντώντας σε ερώτηση της αντιπολίτευσης εν όψει της επικείμενης κατάθεσης του νέου ασφαλιστικού νομοσχεδίου: «Καμία μείωση, παρά μόνο αυξήσεις στις συντάξεις από δω και πέρα». Προς την κατεύθυνση αυτή, λίγες μέρες αργότερα, αναρτάται σε δημόσια διαβούλευση το σχετικό νομοσχέδιο, που προβλέπει, μικρές κατά κύριο λόγο, αυξήσεις σε κύριες και επικουρικές συντάξεις.
Το νέο νομοσχέδιο αξιοποιεί πλήρως τις πολλαπλές λειτουργίες της «προσωπικής διαφοράς», ενός μηχανισμού, που όσο διατηρείται, δημιουργεί μόνο δεινά για τους συνταξιούχους.
Σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 29 του νομοσχεδίου:
«Από 1.10.2019 οι συντάξεις, πλην όσων χορηγούνται από τον ΟΓΑ, που έχουν απονεμηθεί ή εκκρεμεί η απονομή τους σύμφωνα με τις διατάξεις μετά την έναρξη ισχύος του Ν. 4387/2016, υπολογίζονται εκ νέου σύμφωνα με τα ποσοστά αναπλήρωσης του πίνακα 2 της παραγράφου 5 του άρθρου 8. Από 1.10.2019 καταβάλλονται τυχόν προκύπτουσες αυξήσεις στη σύνταξη. Αν το ποσό των συντάξεων αυτών όπως επανυπολογίζεται είναι μικρότερο εκείνου που προκύπτει από τον υπολογισμό τους σύμφωνα με τον πίνακα 1 της παραγράφου 5 του άρθρου 8, το ποσόν της διαφοράς που προκύπτει εξακολουθεί να καταβάλλεται στον δικαιούχο ως προσωπική διαφορά».
Ουσιαστικά ο ΕΦΚΑ αναμένεται να προχωρήσει εκ νέου σε επανυπολογισμό των συντάξεων μέχρι το καλοκαίρι του 2020, με μια σύνθετη διαδικασία, αντίστοιχη με αυτή που συντελέστηκε και ολοκληρώθηκε τον Οκτώβριο του 2019.
Από τον επανυπολογισμό αναμένεται να προκύψει μείωση της προσωπικής διαφοράς για εκατοντάδες χιλιάδες συνταξιούχους, που δεν θα δουν πραγματική αύξηση στην τσέπη τους, παρά μόνο λογιστική. Θα αφορά δε κυρίως όσους είχαν περισσότερα από 30 έτη ασφάλισης και είχαν συνταξιοδοτηθεί πριν τον Ν. 4387/2016, δηλαδή πριν από τις 13.5.2016.
Συνεπώς η μεγάλη πλειονότητα των «παλαιών» συνταξιούχων θα εξακολουθήσει να βλέπει στα εκκαθαριστικά σημειώματα συντάξεων που λαμβάνει ηλεκτρονικά το περίφημο «κουτάκι» της προσωπικής διαφοράς.
Τι είναι όμως η περιβόητη προσωπική διαφορά;
Είναι, για να το αντιληφθεί ο απλός κόσμος, η διαφορά στη σύνταξη που προκύπτει μεταξύ του Ν. 4387/2016 και του νέου νομοσχεδίου, όπως αυτή καθορίζεται από τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης συντάξεων.
Ο Ν. 4387/2016 είχε προβλέψει μια μεταβατική περίοδο από την ψήφισή του ώς και το τέλος του 2018 ώστε να μην προκύψουν μεγάλες μειώσεις από την εφαρμογή των νέων ποσοστών αναπλήρωσης. Ετσι αν η σύνταξη που προέκυπτε με τον νόμο Κατρούγκαλου ήταν 20% και πλέον μικρότερη από τη σύνταξη που θα έπαιρναν οι συνταξιούχοι με τον παλιότερο τρόπο υπολογισμού, τότε για να εξομαλυνθεί κάπως η μεγάλη αυτή απώλεια δικαιούνταν να λάβουν το 1/2 αυτής της διαφοράς για όσους αποχώρησαν το δεύτερο εξάμηνο του 2016. Για το 2017 δικαιούνταν το 1/3 και το 2018 το 1/4, ενώ από το 2019 και μετά για τους νέους συνταξιούχους δεν υπήρξε πρόβλεψη για προσωπική διαφορά.
Το πιο ενδιαφέρον ερώτημα, όμως, είναι σε τι χρησιμεύει.
1. Η προσωπική διαφορά στοχεύει στην εξίσωση παλαιών και νέων συνταξιούχων ώστε μελλοντικά να μην υπάρχουν συνταξιούχοι «δύο ταχυτήτων».
Σύμφωνα πάλι με το άρθρο 29 του νομοσχεδίου:
«Από 1.10.2019 αν το καταβαλλόμενο ποσό των συντάξεων, σύμφωνα με τις διατάξεις πριν την έναρξη ισχύος του Ν. 4387/2016, είναι μεγαλύτερο εκείνου που προκύπτει από τον υπολογισμό τους σύμφωνα με τον πίνακα 2 της παραγράφου 5 του άρθρου 8, το επιπλέον ποσό εξακολουθεί να καταβάλλεται στον δικαιούχο ως προσωπική διαφορά, συμψηφιζόμενο κατ’ έτος και μέχρι την πλήρη εξάλειψή του, με την εκάστοτε αναπροσαρμογή των συντάξεων…».
2. Η προσωπική διαφορά χρησιμοποιείται επίσης για να απορροφήσει τις ενδεχόμενες αυξήσεις των συντάξεων από τον ΔΤΚ (τιμάριθμος) για «παλαιούς» συνταξιούχους, ώς το 2023, έτος κατά το οποίο θα «ξεπαγώσουν» οι συντάξεις.
3. Η προσωπική διαφορά σε περίπτωση επανυπολογισμού των συντάξεων, που πλέον έχει κριθεί νόμιμος και συνταγματικός από το ΣτΕ και μπορεί να γίνεται ξανά και ξανά (!), εξασφαλίζει την αποφυγή πραγματικών αυξήσεων σε περίπτωση μεταβολής των ποσοστών αναπλήρωσης, όπως συνέβη με το νέο νομοσχέδιο. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο από τους 1.000.000 συνταξιούχους μόλις 70.000 θα δουν πραγματικές και ουσιαστικές αυξήσεις στους τραπεζικούς τους λογαριασμούς.
4. Η προσωπική διαφορά συνιστά τη δαμόκλειο σπάθη πάνω από τα κεφάλια των συνταξιούχων, στους οποίους δημιουργείται η ψευδαίσθηση ότι αυτή δεν αποτελεί αντιπαροχή των εισφορών που έχουν καταβάλει στη διάρκεια του ασφαλιστικού τους βίου, αλλά ένα δωράκι, ένα bonus της εκάστοτε κυβέρνησης, που ανά πάσα στιγμή μπορεί να «τραβήξει την πρίζα» και να το πάρει πίσω. Αυτό άλλωστε θα σημαίνει αυτόματα και απώλειες εκατοντάδων ευρώ μηνιαίως για χιλιάδες συνταξιούχους.
5. Σύμφωνα, τέλος, με το άρθρο 20 του νομοσχεδίου «…το κράτος έχει πλήρη εγγυητική υποχρέωση για το σύνολο των ασφαλιστικών παροχών». Η εγγυητική ευθύνη όμως αυτή δεν εκτείνεται και στο ύψος των παροχών όπως λέει η θεωρία και η νομολογία. Συνεπώς και η καταβολή της προσωπικής διαφοράς δεν είναι διασφαλισμένη και σε οποιαδήποτε δημοσιονομική προσαρμογή ελλοχεύει ο κίνδυνος κατάργησής της.
Άσχετα με το αν συμφωνεί ή όχι κανείς με την «τριχοτόμηση» της σύνταξης (εθνική, ανταποδοτική, προσωπική διαφορά), αν η κυβέρνηση δεσμεύεται ότι δεν θα προχωρήσει σε μειώσεις συντάξεων στο μέλλον και θέλει όντως να δώσει πραγματικές αυξήσεις, οφείλει άμεσα να καταργήσει την προσωπική διαφορά και να την ενσωματώσει τουλάχιστον στην ανταποδοτική σύνταξη ως αναπόσπαστο τμήμα αυτής.
Έτσι θα εξαλειφθεί μια «μνημονιακή εφεύρεση», που μέχρι σήμερα έχει αποδειχτεί ότι λειτουργεί μόνο εις βάρος των συνταξιούχων. Η διατήρησή της σημαίνει ότι ανά πάσα στιγμή ενδέχεται να αποτελέσει μια νέα «δεξαμενή μειώσεων».
Η προσωπική διαφορά υπήρξε το μέσο μιας βίαιης προσαρμογής που έγινε για τις μελλοντικές συντάξεις (δίχως να υποστούν απώλειες οι «παλιοί» συνταξιούχοι) και πλέον επιβάλλεται, σε συνθήκες όποιας «δημοσιονομικής ισορροπίας», να καταργηθεί και να ενσωματωθεί στο κύριο σώμα της σύνταξης. Αυτό επιβάλει η… «συνταξιοδοτική κανονικότητα».
*Δικηγόρος - εργατολόγος
ΠΗΓΗ: efsyn.gr
0 Σχόλια